Ο Ανδρέας Δημητρίου τη μοιραία ημέρα βρισκόταν στην υπηρεσία όταν στις 6.15 ενημερώθηκε ότι «η φωτιά έχει ξεφύγει από Νταού και κατεβαίνει προς Μαραθώνος και Μάτι». Όπως είπε ο μάρτυρας επικοινώνησε με τη σύζυγο του την οποία ενημέρωσε πως η φωτιά κατευθύνεται στο Μάτι και της ζήτησε να φύγει από το σπίτι τους.
«Πάρε το παιδί και φύγε» της είπα και εφησύχασα γιατί πίστευα ότι θα πάρει το παιδί και θα ήταν όλα καλά» κατέθεσε φανερά φορτισμένος συμπληρώνοντας πως αργότερα έμαθε πως είχε διακοπή ρεύματος και δεν μπορούσε να ανοίξει την γκαραζόπορτα. «Γι αυτό υποθέτω έφυγε πεζή. Η παραλία ήταν η μοναδική έξοδος…» ανέφερε.
Ο μάρτυρας περιέγραψε πως προσπάθησε χωρίς επιτυχία να προσεγγίσει στο Μάτι ενώ όπως είπε, στις 9 το βράδυ δέχθηκε ένα τηλέφωνο από άγνωστο ο οποίος ήταν μαζί με τη σύζυγο του Μαργαρίτα και το μωρό τους στην παραλία.
Ο πυροσβέστης ανακάλεσε στη μνήμη του τη στιγμή που κατάφερε να φτάσει στην παραλία όπου βρισκόταν η οικογένεια του.
«Πλησίαζα πεζός στην παραλία και άρχισα να βλέπω λιωμένα αυτοκίνητα, πεσμένες κολόνες. Άρχισα να βλέπω μια άλλη εικόνα…Η παραλία ήταν γεμάτη κόσμο σε κατάσταση σοκ, παιδιά και ηλικιωμένοι…Η Μαργαρίτα ήταν καθισμένη στην παραλία με τα μάτια κλειστά και βλέπω το μπέμπη στα χέρια ενός κυρίου που προσπαθούσε να του δώσει τις πρώτες βοήθειες».
Ο μάρτυρας περιέγραψε τις κινήσεις του αμέσως μετά. «Στην προσπάθεια μου να βγούμε από το σημείο βλέπω ένα εθελοντικό όχημα και τους παρακάλεσα να βάλουν το παιδί μέσα να πάνε στο νοσοκομείο… Επειδή κατάλαβα ότι η Μαργαρίτα πονούσε, την άφησα για να βρω το αυτοκίνητο, μέχρι να γυρίσω την είχε παραλάβει ασθενοφόρο» είπε συγκινημένος και συνέχισε «Ήταν η τελευταία φορά που την είδα. Πήγα στο Παίδων. Από τα πρόσωπα τους καταλάβαινα πως κάτι δεν πάει καλά. Με ενημέρωσαν ότι ο μικρός δεν τα κατάφερε. Μετά πήγα στον Ευαγγελισμό στη Μαργαρίτα. Επέστρεψα στο σπίτι πολύ αργότερα και ήταν σε ένα μεγάλο ποσοστό καμένο. Η Μαργαρίτα νοσηλεύθηκε για άλλες 11 ημέρες, 3 Αυγούστου δεν τα κατάφερε».
Ο πυροσβέστης ανέφερε πως ο ίδιος εκείνη την ημέρα δεν είδε κανένα εναέριο μέσο στην περιοχή ενώ αναφέρθηκε στους λόγους που οδήγησαν στην τραγωδία.
«Η λάθος εκτίμηση της αστυνομίας, η μη επάρκεια των πυροσβεστικών δυνάμεων, η μη ενημέρωση των πολιτών.. όλα αυτά μαζί συντέλεσαν στο να γίνει αυτό που έγινε. Θα έπρεπε όλα αυτά να λειτουργήσουν σωστά και να έχουν ένα αποτέλεσμα. Από τη στιγμή που άρχισε το ένα να μην δουλεύει σωστά συμπαρέσυρε και τα υπόλοιπα και έφτασε στο αποτέλεσμα με τους 104 νεκρούς και τους εγκαυματίες που μέχρι σήμερα υποφέρουν» είπε.
Ο μάρτυρας κατέθεσε πως μέχρι το 2018 σαν πυραγός δεν είχε ξεκάθαρη εικόνα πως γίνεται η διαδικασία εκκένωσης.
«Εκείνη την ημέρα, το φαινόμενο ήταν πολύ δυναμικό και έντονο. Η οποιαδήποτε ενέργεια θα έπρεπε να γίνει άμεσα με σωστό σχεδιασμό, να γίνει από την αρχή έγκαιρα στην έναρξη της πυρκαγιάς με ακρίβεια. Όταν η φωτιά είχε φτάσει στη Μαραθώνος, δεν υπήρχε πια αυτή η επιλογή..
Όταν πέρασε από το Λύρειο Ίδρυμα η φωτιά γύρω στις 5:00 ήταν κομβικής σημασίας να ενημερώσουν τους πολίτες.
Μετά το 2018 σε πυρκαγιές που είναι σε εξέλιξη, λειτουργεί το σύστημα ενημέρωσης πολιτών και η σταδιακή απομάκρυνση του κοινού. Μέχρι τότε δεν είχα τέτοια εικόνα… Εγώ στο παρελθόν δεν είχα συμμετάσχει σε άσκηση απομάκρυνσης πληθυσμού. Πρώτη φορά συμμετείχα φέτος στη Ραφήνα» κατέθεσε.
Ρεπορτάζ: Μαρία Ζαχαροπούλου