Το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο, με ψήφους έξι υπέρ και μία κατά, έκρινε ένοχους τους δύο κατηγορουμένους για τη δολοφονία του τοπογράφου Παναγιώτη Στάθη τον Ιούλιο του 2024, ενώ παράλληλα έφερε στο προσκήνιο άλλα δύο πρόσωπα που πλέον περνούν στο «μικροσκόπιο» του εισαγγελέα.
Στον πρώτο, που θεωρήθηκε ο φυσικός αυτουργός, επιβλήθηκε ισόβια κάθειρξη και επιπλέον ποινή 6 ετών για παράνομη οπλοφορία, οπλοχρησία και πλαστογραφία από κοινού, καθώς και χρηματική ποινή 7.500 ευρώ.
Στον δεύτερο, που κρίθηκε συνεργός, επιβλήθηκε κάθειρξη 9 ετών χωρίς αναστολή.
Παράλληλα, το δικαστήριο διέταξε την αποστολή της δικογραφίας στον αρμόδιο εισαγγελέα προκειμένου να διερευνηθεί ο ρόλος του μεσίτη της Μυκόνου και ενός λογιστή.
Όπως ανακοίνωσε η πρόεδρος, στην Εισαγγελία θα διαβιβαστούν τα πρακτικά της δίκης, οι εκθέσεις ανάλυσης, οι μαρτυρικές καταθέσεις της προδικασίας και το email του γνωστού μεσίτη της Μυκόνου που βρέθηκε στο επίκεντρο της ακροαματικής διαδικασίας και αφορά τη συνεργασία του με το θύμα.
Το δικαστήριο ζητεί να εξεταστεί εάν ο μεσίτης της Μυκόνου και ο λογιστής είχαν οποιαδήποτε εμπλοκή στην ανθρωποκτονία, καθώς ο δεύτερος φέρεται να προμήθευσε τον κατηγορούμενο ως συνεργό με πλαστά ΑΦΜ για την αγορά των οχημάτων που χρησιμοποιήθηκαν στο έγκλημα.
Τη στιγμή που ανακοινώθηκε η απόφαση, συγγενείς του άτυχου τοπογράφου που κατέκλυσαν την αίθουσα ξέσπασαν σε κλάματα.
Κατά την αγόρευσή της, η εισαγγελέας είχε μιλήσει για «δολοφονία κατά παραγγελία», προμελετημένη και μεθοδευμένη, επισημαίνοντας ότι υπήρχαν «ακλόνητες αποδείξεις και αδιάσειστα στοιχεία» σε βάρος των δύο κατηγορουμένων.
Οι ίδιοι, από την αρχή, είχαν αρνηθεί κάθε συμμετοχή στη στυγερή δολοφονία, με τον φερόμενο ως εκτελεστή να κάνει λόγο για «διαβολικές συμπτώσεις».
