Με πωλήσεις σε δημοπρασία φορεμάτων και προσωπικών της αντικειμένων ξεπέρασαν τις 700.000 λίρες (800.500 ευρώ), όμως τώρα βρίσκονται στο εδώλιο καθώς ο πατέρας της εκλιπούσας τις κατηγορεί ότι τα έσοδα ανήκουν στην οικογένειά της και στο ίδρυμα που φέρει το όνομά της.
Ο Μίτσελ Γουάινχαουζ υποστηρίζει ότι η πρώην στυλίστρια της Έιμι, Ναόμι Πάρι, και η πρώην συγκάτοικός της, Κατριόνα Γκουρλάι, πήραν προσωπικά της αντικείμενα, τα μετέτρεψαν σε μετρητά μέσω του οίκου Julien’s του Λος Άντζελες και κράτησαν ολόκληρο το ποσό.
Σύμφωνα με τον δικηγόρο του πατέρα, Χένρι Λέγκε, ανάμεσα στα lots βρίσκονταν τα φορέματα που η τραγουδίστρια φόρεσε στην τελευταία περιοδεία της τον Ιούνιο του 2011, λίγο πριν αφήσει την τελευταία της πνοή στις 23 Ιουλίου από υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ.
Η αγωγή θεωρεί τον Μίτσελ Γουάινχαουζ αποκλειστικό κληρονόμο των συγκεκριμένων αντικειμένων και ζητά να του επιστραφούν όλα τα έσοδα, παρόλο που στους πλειοδότες είχε ανακοινωθεί ότι το 30% θα κατέληγε στο Ίδρυμα Amy Winehouse.
Από την πλευρά της Κατριόνα Γκουρλάι, ο δικηγόρος Τεντ Λοβντέι ισχυρίζεται ότι η Έιμι είχε χαρίσει ή δανείσει τα περισσότερα κομμάτια στις δύο φίλες της, ακόμα κι αν δεν υπάρχουν γραπτές αποδείξεις, όπως μεταδίδει το ΑΠΕ ΜΠΕ.
«Όταν μια 19χρονη δίνει μια εσάρπα ή σκουλαρίκια στη φίλη της, δεν υπογράφεται συμβόλαιο», τόνισε, αναφερόμενος στη γενναιοδωρία της καλλιτέχνιδος.
Η Γκουρλάι και η Πάρι γνώρισαν την Έιμι στις αρχές της δεκαετίας του 2000, πριν εκείνη γίνει παγκόσμιο φαινόμενο. Η Πάρι, που ανέλαβε το styling της, δημιούργησε εμβληματικά looks, όπως το φόρεμα “Bamboo” της τελευταίας περιοδείας, το οποίο πουλήθηκε το 2021 προς 243.000 δολάρια (209.016 ευρώ).
Κατά τη δεύτερη μέρα της ακροαματικής διαδικασίας, η συνήγορος της Ναόμι Πάρι, Μπεθ Γκρόσμαν, υπογράμμισε το χάσμα εισοδημάτων ανάμεσα στον πολυεκατομμυριούχο πατέρα –που παραδέχθηκε ότι η κληρονομιά της κόρης του τον έκανε πλούσιο– και τις δύο γυναίκες που “σφίγγουν το ζωνάρι” για να τα βγάλουν πέρα.
Η αγωγή αναφέρει ότι ο Μίτσελ Γουάινχαουζ είχε αρχικά προτείνει εξωδικαστικό συμβιβασμό, ζητώντας μόνο το 30% των κερδών. Όταν εκείνες αρνήθηκαν, προσέφυγε στη δικαιοσύνη αξιώνοντας πλέον ολόκληρο το ποσό των 730.000 λιρών, όπως εκτιμούν οι δικηγόροι του.
