Με αισιοδοξία για την πορεία ανάκαμψης της Ευρωζώνης παρουσιάστηκε σήμερα η επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) , γεγονός που έδωσε βάσιμα ερωτηματικά αν έχει οριστικά ολοκληρωθεί ο καθοδικός κύκλος των επιτοκίων.
Στην τελευταία συνεδρίαση του για το 2025, το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ άφησε αμετάβλητο στο 2% το βασικό επιτόκιο της Τράπεζας. Παράλληλα, προώθησε την τρίτη διαδοχική αναθεώρηση προς τα πάνω των προβλέψεων για τον ρυθμό ανάπτυξης στην Ευρωζώνη. Υπενθυμίζεται ότι τον περασμένο Ιούνιο εκτιμάτο ότι το 2025 θα έκλεινε με αύξηση του ΑΕΠ κατά 0,3%, ενώ οι σημερινές αναθεωρημένες προβλέψεις ανεβάζουν τον ρυθμό στο 1,4%. Αντιστοίχως, για το 2026 προβλεπόταν οριακή συρρίκνωση του ΑΕΠ (-0,1%), ενώ τώρα διαγράφεται άνοδος 1,2%.
Κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου, η επικεφαλής της ΕΚΤ τόνισε ότι η οικονομία έχει επιδείξει ανθεκτικότητα. Στο τρίτο τρίμηνο σημειώθηκε άνοδος 0,3%, κυρίως χάρη στην ενίσχυση της κατανάλωσης και των επενδύσεων. Οι εξαγωγές επίσης κινήθηκαν ανοδικά, με σημαντική συνεισφορά των χημικών προϊόντων.
Η τομεακή σύνθεση της ανάπτυξης χαρακτηρίστηκε από την κυριαρχία των υπηρεσιών, ειδικά στον τομέα της πληροφορίας και της επικοινωνίας, ενώ η δραστηριότητα στη βιομηχανία και τις κατασκευές παρέμεινε σταθερή.
Η οικονομία ωφελείται από μια ισχυρή αγορά εργασίας. Η ανεργία, στο 6,4% τον Οκτώβριο, βρίσκεται κοντά στο ιστορικό της χαμηλό, ενώ η απασχόληση ενισχύθηκε 0,2% το τρίτο τρίμηνο. Παράλληλα, η ζήτηση εργασίας επιβραδύνθηκε περαιτέρω, με το ποσοστό των κενών θέσεων να κινείται στο χαμηλότερο επίπεδο από την πανδημία.
Βάσει των προβλέψεων των υπηρεσιών της Επιτροπής, η εγχώρια ζήτηση θα αποτελέσει τον βασικό μοχλό ανάπτυξης τα επόμενα χρόνια.
Τα πραγματικά εισοδήματα αναμένεται να ενισχυθούν περαιτέρω και το ποσοστό αποταμίευσης αναμένεται να υποχωρήσει σταδιακά από το σημερινά υψηλά επίπεδα, ενισχύοντας την κατανάλωση.
Οι επιχειρηματικές επενδύσεις και οι σημαντικές δημόσιες δαπάνες για υποδομές και άμυνα θα πρέπει να συνεχίσουν να στηρίζουν όλο και περισσότερο την οικονομία.
Ωστόσο, το απαιτητικό περιβάλλον για το παγκόσμιο εμπόριο είναι πιθανό να εξακολουθήσει να επιβραδύνει την ανάπτυξη στη ζώνη του ευρώ φέτος και του χρόνου.
Σε ό,τι αφορά τους διαφαινόμενους κινδύνους για την ανάπτυξη, η Κριστίν Λαγκάρντ επισήμανε ότι, παρόλο που οι εμπορικές εντάσεις έχουν αμβλυνθεί, το συνεχιζόμενο ασταθές διεθνές περιβάλλον ενδέχεται να διαταράξει τις αλυσίδες εφοδιασμού, να επιβραδύνει τις εξαγωγές και να επηρεάσει αρνητικά την κατανάλωση και τις επενδύσεις.
Η επιδείνωση του κλίματος στις παγκόσμιες χρηματοπιστωτικές αγορές θα μπορούσε να οδηγήσει σε αυστηρότερους όρους χρηματοδότησης, μεγαλύτερη αποστροφή κινδύνου και ασθενέστερη ανάπτυξη.
Οι γεωπολιτικές εντάσεις—ιδίως ο αδικαιολόγητος πόλεμος της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας—παραμένουν σημαντική πηγή αβεβαιότητας. Αντίθετα, οι προγραμματισμένες δαπάνες για την άμυνα και τις υποδομές, σε συνδυασμό με μεταρρυθμίσεις για την ενίσχυση της παραγωγικότητας, ενδέχεται να οδηγήσουν σε μεγαλύτερη από την αναμενόμενη αύξηση της ανάπτυξης. Η βελτίωση της εμπιστοσύνης θα μπορούσε να τονώσει τις ιδιωτικές δαπάνες.
Όσον αφορά τις προοπτικές του πληθωρισμού, η επικεφαλής της ΕΚΤ τόνισε ότι παραμένουν πιο αβέβαιες από το συνηθισμένο, λόγω του εξακολουθούμενου ασταθούς διεθνούς περιβάλλοντος. Ο πληθωρισμός θα μπορούσε να αποδειχθεί χαμηλότερος εάν η αύξηση των αμερικανικών δασμών περιορίσει τη ζήτηση.
Επιπλέον, ένα ισχυρότερο ευρώ θα μπορούσε να οδηγήσει σε μεγαλύτερη από την αναμενόμενη υποχώρηση του πληθωρισμού. Η άνοδος της μεταβλητότητας και της αποστροφής προς τον κίνδυνο στις χρηματοπιστωτικές αγορές θα μπορούσε να επιβαρύνει τη ζήτηση και, κατ’ επέκταση, να μειώσει τον πληθωρισμό.
Αντίθετα, ο πληθωρισμός θα μπορούσε να αποδειχθεί υψηλότερος εάν οι πιο κατακερματισμένες παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού εκτινάξουν τις τιμές των εισαγωγών, περιορίσουν τη διαθεσιμότητα κρίσιμων πρώτων υλών και εντείνουν τους περιορισμούς παραγωγικής ικανότητας στην οικονομία της ζώνης του ευρώ. Η βραδύτερη υποχώρηση των μισθολογικών πιέσεων θα μπορούσε να καθυστερήσει τη μείωση του πληθωρισμού στον τομέα των υπηρεσιών.
Η αύξηση των δαπανών για την άμυνα και τις υποδομές θα μπορούσε επίσης να οδηγήσει σε μεσοπρόθεσμη άνοδο του πληθωρισμού, όπως τονίστηκε στο ΑΠΕ ΜΠΕ.
Τα ακραία καιρικά φαινόμενα και, εν γένει, η κλιματική και φυσική κρίση που εξελίσσεται θα μπορούσαν να τροφοδοτήσουν ανοδικά τις τιμές των τροφίμων, ξεπερνώντας τις προσδοκίες.
