web analytics

Όταν η λάμψη σβήνει: Το μυστήριο πίσω από την ξαφνική εξαφάνιση μιας θρυλικής σταρ του Χόλιγουντ

Το άστρο της ανατέλλει τη δεκαετία του ’40 κι επί δύο σχεδόν δεκαετίες βρίσκεται στην κορυφή του Χόλιγουντ, φέροντας , χάρη στην απαράμιλλη γοητεία και την εκφραστική της δεινότητα, στοιχεία που οι σπουδαιότεροι σκηνοθέτες της εποχής εκτίμησαν δεόντως. Η Αν Μπάξτερ, πανέμορφη και με γερές βάσεις στην υποκριτική, θα κληθεί να πρωταγωνιστήσει σε κλασικά αριστουργήματα όπως «Όλα για την Εύα» και «Οι Υπέροχοι Άμπερσον», αποδεικνύοντας το πηγαίο ταλέντο της. Καταφέρνει να αναδεικνύει πίσω από το γλυκό, αθώο πρόσωπό της τον σκοτεινό, σκέτο φαρμάκι χαρακτήρα που υποδύεται, να ερμηνεύει λιτά πολυσύνθετους δραματικούς ρόλους, να μετατρέπεται σε μοιραία γυναίκα, να μαγνητίζει την κάμερα και το κοινό.

Θα συνεργαστεί με ιερά τέρατα της σκηνοθεσίας, από τον Τζόζεφ Μανκίεβιτς, τον Όρσον Γουέλς, τον Μπίλι Γουάιλντερ και τον Τζορτζ Κιούκορ, μέχρι τον Σεσίλ ντε Μιλ και τον Άλφρεντ Χίτσκοκ, ενώ θα σταθεί επάξια δίπλα σε θρυλικούς σταρ όπως οι Γκρέκορι Πεκ, Μοντκόμερι Κλιφτ, Τσάρλτον Ίστον, Γιουλ Μπρίνερ, Τάιρον Πάουερ, Ροκ Χάτσον, Κερκ Ντάγκλας και πολλοί άλλοι.

Η βραβευμένη με Όσκαρ ηθοποιός, που έφυγε πρόωρα πριν από 40 χρόνια (12 Δεκεμβρίου 1985), θα συνδέσει το όνομά της με τις τελευταίες χρυσές εποχές του Χόλιγουντ και με ανεπανάληπτες ταινίες που θα μας συντροφεύουν για πάντα, αλλά και με την απότομη απόσυρσή της από τη βιομηχανία του θεάματος ενώ βρισκόταν ακόμη στην κορυφή.

Εγγονή του Φρανκ Λόιντ Ράιτ

Η Αν Μπάξτερ γεννήθηκε στο Μίτσιγκαν Σίτι της Ιντιάνα το 1923, κόρη του Κένεθ Στιούαρτ Μπάξτερ, στελέχους πολυεθνικής εταιρείας ποτών, και της Κάθριν Ράιτ, κόρης του παγκοσμίου φήμης αρχιτέκτονα Φρανκ Λόιντ Ράιτ. Οι γονείς της μετακόμισαν στη Νέα Υόρκη όταν εκείνη ήταν ακόμη βρέφος. Μεγάλωσε στο προάστιο Γιόνκερς και σε ηλικία 10 ετών παρακολούθησε παράσταση στο Μπρόντγουεϊ με πρωταγωνίστρια την Έλεν Χέιζ, γεγονός που την εντυπωσίασε τόσο που αποφάσισε να γίνει ηθοποιός. Μέχρι τα 13 της είχε ήδη εμφανιστεί σε παραστάσεις του Μπρόντγουεϊ, αποσπώντας διθυραμβικές κριτικές, ενώ μαθήτευσε στη φημισμένη Ρωσίδα ηθοποιό και δασκάλα Μαρία Ουσπένσκαγια.

Απτόητη

Το 1939, στα 16 της, επιλέχθηκε για τον ρόλο της μικρότερης αδελφής της Κάθριν Χέπμπορν στο θεατρικό «Η Ιστορία της Φιλαδέλφειας», αλλά η σταρ την απέρριψε και ζήτησε την αντικατάστασή της. Η Μπάξτερ, αντί να εγκαταλείψει, στράφηκε στο Χόλιγουντ, που πάντα αναζητούσε φρέσκα ταλαντούχα πρόσωπα.

Παραλίγο στη Ρεβέκκα

Τον επόμενο χρόνο πέρασε οντισιόν για τον πρωταγωνιστικό ρόλο στη «Ρεβέκκα» του Χίτσκοκ, αλλά κρίθηκε πολύ νέα για να σταθεί δίπλα στον Λόρενς Ολιβιέ· ο ρόλος δόθηκε τελικά στην Τζόαν Φοντέιν. Δεν πτοήθηκε, υπέγραψε συμβόλαιο με την 20th Century Fox και μπήκε στα σαλόνια του Χόλιγουντ.

Ανεβαίνοντας συνεχώς

Το κινηματογραφικό της ντεμπούτο το έκανε στο γουέστερν «20 Mule Team» το 1940, συμπρωταγωνιστώντας με τον Γουάλας Μπίρι. Ακολούθησε η συμμετοχή της δίπλα στον Τζον Μπάριμορ στο «The Great Profile» κι έπειτα η ενζενί στην κωμωδία «Charley’s Aunt» του Άρτσι Μάγιο. Πριν καν ενηλικιωθεί πρωταγωνίστησε στο «Swamp Water» και λίγους μήνες αργότερα συμπρωταγωνίστησε στο πολεμικό δράμα «The Pied Piper», υποψήφιο για Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας, με τον Μούντι Γούλεϊ.

Στα χέρια του Όρσον Γουέλς

Το 1942 ο ιδιοφυής Όρσον Γουέλς παρέδωσε ένα ακόμα αριστούργημα· η Αν Μπάξτερ, μόλις ενηλικιωμένη, βρέθηκε στο λαμπερό καστ με τους Τζόζεφ Κότεν, Τιμ Χολτ, Ντολόρες Κοστέλο, Άγκνες Μούρχεντ και Ρέι Κόλινς. Το φιλμ, για πολλούς ισάξιο του «Πολίτη Κέιν», παρά τις βίαιες επεμβάσεις των παραγωγών που άλλαξαν το απαισιόδοξο φινάλε του Γουέλς, αφηγείται την κατάρρευση μιας αριστοκρατικής οικογένειας του 19ου αιώνα, ανίκανης να ακολουθήσει τις αλλαγές της νέας εποχής. Παραμένει ένα ανυπέρβλητης αξίας δράμα, στα σημαντικότερα επιτεύγματα της κινηματογραφικής ιστορίας.

Εποχή πολεμικών δραμάτων

Με ξεχωριστή ωριμότητα, για την ηλικία της, τα επόμενα τρία χρόνια περιπλανιέται στα πλατό πολεμικών δραμάτων, ιδιαίτερα δημοφιλών λόγω του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ξεκινά με το «Crash Dive» του Μπίλι Γουάιλντερ, ως Γαλλίδα καμαριέρα με γαλλική προφορά σε ξενοδοχείο της Βόρειας Αφρικής, συνεχίζει με το «The North Star» δίπλα σε Ντέινα Άντριους, Γουόλτερ Χιούστον, Γουόλντερ Μπρέναν και Έριχ Φον Στροχάιμ, και συμμετέχει σε ακόμα τρία πολεμικά φιλμ. Στο «Sunday Dinner for a Soldier» (1944) του Λόιντ Μπέικον συμπρωταγωνιστεί με τον Τζον Χόντιακ, τον οποίο θα παντρευτεί δύο χρόνια αργότερα. Για αυτές τις ταινίες θα πει: «Έπαιρνα σχεδόν τόσο γράμματα όσο η Μπέτι Γκρέιμπλ. Ήμουν η ιδανική κοπέλα της διπλανής πόρτας των αγοριών μας».

Στην Κόψη του Όσκαρ

Στη συνέχεια θα κινηθεί σε διαφορετικά είδη, από νουάρ και δράματα μέχρι κομεντί και μεταφυσικά θρίλερ, όπως το «Angel on My Shoulder» με τους Πολ Μιούνι και Κλοντ Ρέινς. Το 1946 πρωταγωνιστεί στην «Κόψη του Ξυραφιού» με τους Τάιρον Πάουερ και Τζιν Τίρνεϊ, κερδίζοντας δικαιωματικά το Όσκαρ και τη Χρυσή Σφαίρα Β’ Γυναικείου Ρόλου.

Δίπλα και ισάξια της Μπέτι Ντέιβις

Το 1950 έρχεται ίσως η κορυφαία στιγμή της καριέρας της, στο πλευρό της Μπέτι Ντέιβις στο αριστούργημα «Όλα για την Εύα» του Τζόζεφ Μανκίεβιτς. Μεταμορφώνεται από γλυκιά θαυμάστρια σε ανελέητη ανταγωνίστρια της συνταρακτικής Ντέιβις, σε μια ταινία που κέρδισε Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας και Σκηνοθεσίας, ενώ εμφανίζεται και η Μέριλιν Μονρόε. Παράδοξο: η Μονρόε μέσα σε μια δεκαετία θα γίνει διαχρονικό είδωλο, ενώ η Αν Μπάξτερ, με το τέλος της δεκαετίας του ’50, θα βρεθεί παραγκωνισμένη στην τηλεόραση και σε αδιάφορες ταινίες, γνωρίζοντας το σκληρό πρόσωπο του Χόλιγουντ που την απέσυρε με την πρώτη ρυτίδα.

Νεφερτίτη

Προλαβαίνει ωστόσο να πρωταγωνιστήσει το 1953 στην «Εξομολόγηση» του Χίτσκοκ και στο νουάρ «Γαλάζια Γαρδένια» του Φριτς Λανγκ, ενώ το 1956 υποδύεται τη Νεφερτίτη στην υπερπαραγωγή του Σεσίλ Ντε Μιλ «Οι Δέκα Εντολές», με τους Γιουλ Μπρίνερ και Τσάρλτον Ίστον.

Κινηματογραφικός θάνατος

Η Αν Μπάξτερ, μητέρα τριών παιδιών από τους τρεις γάμους της, πεθαίνει ξαφνικά, όπως και η ίδια της η καριέρα, αρκούντως κινηματογραφικά: υπέστη εγκεφαλικό επεισόδιο ενώ ανέβαινε σε ταξί στη Λεωφόρο Μάντισον του Μανχάταν. Ήταν μόλις 62 ετών κι είχε ήδη χαράξει το όνομά της στις κορυφαίες στιγμές της 7ης Τέχνης, αποτελώντας παράδειγμα ηθοποιού που μπορούσε να παίξει τα πάντα και να μεταμορφώνεται ακόμη και μέσα στην ίδια σκηνή.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *