Οι προβλέψεις των εμπειρογνωμόνων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) δείχνουν χαμηλότερες τιμές ενέργειας, οι οποίες θα επιτρέψουν μία επιπλέον ήπια αποκλιμάκωση του πληθωρισμού στην Ευρωζώνη το 2026, στο 1,9% από το 2,1% που προβλέπεται για φέτος.
Υπό τα σημερινά δεδομένα των προθεσμιακών αγορών ενέργειας, η ΕΚΤ προσδοκά ότι η μέση τιμή του πετρελαίου μπρεντ θα υποχωρήσει περαιτέρω στα 62,5 δολάρια το βαρέλι κατά μέσο όρο το 2026, από 69,2 δολάρια το 2025, ενώ η τιμή του φυσικού αερίου στο ολλανδικό hub TTF θα κατέλθει στα 29,6 ευρώ ανά μεγαβατώρα από 36,5 ευρώ το 2025. Η υποχώρηση του κόστους του φυσικού αερίου προβλέπεται να τραβήξει χαμηλότερα και τις χονδρικές τιμές ρεύματος, με τη μέση τιμή στις πέντε μεγαλύτερες ευρωπαϊκές αγορές να διαμορφώνεται στα 75 ευρώ ανά μεγαβατώρα το 2026, από 83,9 ευρώ φέτος.
Στο πεδίο των τροφίμων, η ΕΚΤ προβλέπει επιβράδυνση της αύξησης των τιμών στο 2% το 2026, καθώς ο αντίκτυπος από την προηγούμενη άνοδο των διεθνών τιμών θα έχει εξαλειφθεί. Το ενδιαφέρον της ΕΚΤ στρέφεται πλέον στην άνοδο των τιμών των υπηρεσιών, που επιταχύνθηκε μετά τον Σεπτέμβριο και διαμορφώθηκε στο 3,5% τον Νοέμβριο σε ετήσια βάση. Η επιτάχυνση αυτή συνδέεται κυρίως με μισθολογικές αυξήσεις υψηλότερες του αναμενομένου σε πολλούς κλάδους υπηρεσιών, όπου το κόστος εργασίας αποτελεί το βασικότερο στοιχείο κόστους. Για το σύνολο της Ευρωζώνης, οι αμοιβές ανά εργαζόμενο αυξάνονται με μέσο ετήσιο ρυθμό 4% φέτος, ρυθμός που αναμένεται να επιβραδυνθεί σταδιακά το 2026.
Η ΕΚτ αναβάθμισε ελαφρώς την πρόβλεψή της για την ανάπτυξη το 2026 στο 1,2% από 1% που προέβλεπε τον Σεπτέμβριο, αφού οι εξαγωγές άντεξαν τον δασμολογικό πόλεμο των ΗΠΑ και, σε συνδυασμό με την εγχώρια ζήτηση, ώθησαν το ΑΕΠ σε άνοδο 1,4% στο τρίτο τρίμηνο. Η κατανάλωση των νοικοκυριών ενισχύεται χάρη στην ταχύτερη αύξηση των μισθών σε σχέση με τον πληθωρισμό και χάρη στην ισχυρή αγορά εργασίας, με την ανεργία να διατηρείται κοντά σε ιστορικά χαμηλά, λίγο υψηλότερα από το 6%. Η σταδιακή υποχώρηση του βασικού επιτοκίου της ΕΚΤ στο 2% τόνωσε τη ζήτηση για στεγαστικά και καταναλωτικά δάνεια από τα νοικοκυριά, ενισχύοντας περαιτέρω την εγχώρια ζήτηση.
Θετική έκπληξη αποτελεί η ενίσχυση των ιδιωτικών επενδύσεων, που αποδίδεται στον περιορισμό της αβεβαιότητας για τους δασμούς μετά τη συμφωνία ΕΕ-ΗΠΑ στα τέλη Ιουλίου. Η ΕΚΤ εκτιμά ότι ο μέσος δασμολογικός συντελεστής για τις ευρωπαϊκές εξαγωγές προς τις ΗΠΑ μειώθηκε περαιτέρω μετά τη συμφωνία του Ιουλίου — που προέβλεπε συντελεστή 15% για τα περισσότερα προϊόντα της ΕΕ — στο 12,1% από 13,1%, ενώ ο μέσος δασμολογικός συντελεστής για το σύνολο των εισαγωγών στις ΗΠΑ περιορίστηκε στο 18,6% από 20,1%.
Η ανάκαμψη των επενδύσεων διευκολύνθηκε επίσης από τη μείωση των επιτοκίων και επικεντρώνεται σε μεγάλο βαθμό στην τεχνητή νοημοσύνη. Έρευνες της ΕΚΤ δείχνουν ότι σημαντικό ποσοστό των επενδύσεων, όχι μόνο των μεγάλων επιχειρήσεων αλλά και των μικρομεσαίων, σχετίζεται με την τεχνητή νοημοσύνη (data centers, έρευνα για νέες εφαρμογές κ.λπ.). Η πρόεδρος της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, αναφέρθηκε στις μετασχηματιστικές αλλαγές που συντελούνται στις οικονομίες της Ευρωζώνης.
Την ανάπτυξη της Ευρωζώνης στηρίζουν και οι δημόσιες επενδύσεις, ιδίως στη Γερμανία, στομέα της άμυνας και των υποδομών. Οι μεγάλης κλίμακας δημόσιες επενδύσεις στη Γερμανία, που έχουν ξεκινήσει να υλοποιούνται μετά την ψήφιση του σχετικού νόμου από την κυβέρνηση του Φρίντριχ Μερτς, αναμένεται να προσθέσουν σωρευτικά 0,5% στο ΑΕΠ της Ευρωζώνης έως το 2028.
