Η σφοδρή απάντηση του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ προκλήθηκε, με το κόμμα να κάνει λόγο «για συνειδητή επιδίωξη πολιτικής δολοφονίας ενός χώρου».
Σύμφωνα με ανακοίνωση του «O τηλεοπτικός σταθμός ΣΚΑΪ αντέδρασε έντονα στην απόφαση του ΕΚΚΟΜΕΔ να ανακαλέσει τη μερική χρηματοδότηση του ντοκιμαντέρ “17 Νοέμβρη, άνοδος και πτώση” του Αλέξη Παπαχελά.
Κατά την παρουσία του σε εκπομπή του σταθμού, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος κ. ανέφερε πως η απόφαση ελήφθη έπειτα από διαμαρτυρία του Συλλόγου Θυμάτων Τρομοκρατίας. Οι δημοσιογράφοι τον ρώτησαν εάν η ίδια λογοκριτική τακτική θα εφαρμοζόταν εάν ο ΣΥΡΙΖΑ διαμαρτυρόταν για νέο ντοκιμαντέρ του σταθμού, σχετικά με το 2015. Ο κ. Μαρινάκης απάντησε ότι το 2015 ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν ο “δράστης” και πρόσθεσε τον χαρακτηρισμό “εμπρηστής”. Ακολούθως ανασκεύασε, υποστηρίζοντας ότι μια οικονομική καταστροφή δεν συγκρίνεται με δολοφονίες».
Ο ΣΥΡΙΖΑ απαντά ευθέως στην κυβέρνηση, επισημαίνοντας: «Οι δράστες της οικονομικής και πολιτικής καταστροφής είναι γνωστοί. Η χώρα δεν ξεκίνησε το 2015. Η κυβέρνηση Σαμαρά παρέδωσε μια χώρα με άδεια ταμεία, άδειο το Μέγαρο Μαξίμου και ανεκπλήρωτες τις απαιτήσεις του δεύτερου μνημονίου που οι ίδιοι υπέγραψαν. Δράστες των μεγαλύτερων σκανδάλων της μεταπολίτευσης, από τις υποκλοπές και τη συγκάλυψη των Τεμπών μέχρι τον ΟΠΕΚΕΠΕ και τον ΙΝΕΔΙΒΙΜ, είναι κορυφαίοι υπουργοί και βουλευτές της ΝΔ με οργανωτικό εγκέφαλο τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Και οι εγκληματίες χρησιμοποιούν τον κυβερνητικό μηχανισμό και την κοινοβουλευτική πλειοψηφία για να καταστήσουν ακαταδίωκτα τα εγκλήματά τους».
Σχετικά με τις δηλώσεις του κυβερνητικού εκπροσώπου, ο ΣΥΡΙΖΑ τονίζει: «Αυτή η ανιστόρητη, αμετροεπής, προσβλητική και συκοφαντική τοποθέτηση του κ. Μαρινάκη δεν αποτελεί λεκτικό ατόπημα, αλλά συνειδητή επιδίωξη πολιτικής δολοφονίας ενός χώρου διά της άμεσης σύνδεσής του με την τρομοκρατία. Όταν ο ίδιος είχε γράψει στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης τη φράση «Τσίπρα, αν ζούσαμε στον εμφύλιο από εμένα θα πήγαινες», πάει πολύ να μας κάνει υποδείξεις πολιτικής ευαισθησίας. Κύριε Μαρινάκη, ντροπή! Κύριε Μητσοτάκη, ντροπή!».
