Συγκλήθηκε η συνεδρίαση μετά από αίτημα της Δανίας, της Γαλλίας, της Δημοκρατίας της Κορέας (ROK), της Σλοβενίας και του Ηνωμένου Βασιλείου, αναφορικά με την κατάσταση.
Η Αναπληρώτρια Επικεφαλής του Γραφείου Ανθρωπιστικών Υποθέσεων (OCHA), Τζόις Μσούγια, υπογράμμισε ότι τις τελευταίες δύο εβδομάδες σημειώθηκαν «έντονες επιθέσεις με πυραύλους και drones, πολλές εκ των οποίων πραγματοποιήθηκαν τη νύχτα και σε θερμοκρασίες υπό το μηδέν», οι οποίες συνεχίζουν «να προκαλούν θανάτους και τραυματισμούς αμάχων, να καταστρέφουν κρίσιμες υποδομές και να διακόπτουν βασικές υπηρεσίες».
Ιδιαίτερη μνεία έγινε στην κατάσταση στην Οδησσό και στο Χάρκοβο, όπου «μπλακάουτ διάρκειας 12 έως 18 ωρών διακόπτουν την παροχή θέρμανσης και νερού σε ολόκληρες πολυκατοικίες». Στην Οδησσό, πυραυλική επίθεση «κατέστρεψε υποσταθμό που τροφοδοτούσε πολλές γειτονιές, μεταξύ των οποίων και κέντρο φιλοξενίας εκτοπισμένων».
Η κ. Μσούγια προειδοποίησε ότι κάθε πλήγμα σε υποσταθμό ή αγωγό θέρμανσης «μπορεί να προκαλέσει αλυσιδωτές βλάβες με σοβαρές επιπτώσεις για τους αμάχους», ενώ ο ΠΟΥ έχει επιβεβαιώσει «εκατοντάδες επιθέσεις σε εγκαταστάσεις υγείας μόνο μέσα στο τρέχον έτος».
Η αξιωματούχος του ΟΗΕ κάλεσε το Συμβούλιο να αξιοποιήσει την επιρροή του για να διασφαλιστεί η τήρηση των κανόνων του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου, η ασφαλής και απρόσκοπτη πρόσβαση της ανθρωπιστικής βοήθειας, καθώς και η επαρκής χρηματοδότηση του χειμερινού σχεδίου, το οποίο προς το παρόν έχει καλυφθεί μόλις κατά 65%.
Καταληκτικά, τόνισε ότι «οι Ουκρανοί δεν έχουν την πολυτέλεια να περιμένουν βελτιωμένες συνθήκες. Βιώνουν τον τέταρτο χειμώνα υπό πυρά και στο σκοτάδι».
Η Καγιόκο Γκότι, αξιωματούχος της Υπηρεσίας Πολιτικών Υποθέσεων του ΟΗΕ (DPPA), επισήμανε ότι το 2025 αποτέλεσε «μία από τις πιο θανατηφόρες χρονιές», με τις απώλειες αμάχων να έχουν αυξηθεί κατά 24% σε σύγκριση με το 2024.
Από την έναρξη της ρωσικής εισβολής, «14.775 άμαχοι –μεταξύ των οποίων 755 παιδιά– έχουν χάσει τη ζωή τους και άλλοι 39.322 έχουν τραυματιστεί», σύμφωνα με επαληθευμένα στοιχεία.
Η κ. Γκότο υπενθύμισε ότι οι επιθέσεις σε υποδομές «είναι παράνομες και απαράδεκτες, ανεξαρτήτως του δράστη», ενώ τόνισε ότι στα κατεχόμενα εδάφη «καταγράφονται συστηματικές παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων». Εξέφρασε έντονη ανησυχία για τα περιστατικά στη Μαύρη Θάλασσα, προειδοποιώντας ότι αποτελούν «ένα ακόμη βήμα στον επικίνδυνο κύκλο κλιμάκωσης».
Επανέλαβε ότι κάθε ειρηνευτική λύση οφείλει να διασφαλίζει «την κυριαρχία, ανεξαρτησία και εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας εντός των διεθνώς αναγνωρισμένων συνόρων της».
Η Μόνιμη Αντιπρόσωπος της Ελλάδας, πρέσβης Αγ. Μπαλτά, κατά την τοποθέτησή της εξέφρασε έντονη ανησυχία για την κλιμάκωση της ρωσικής επιθετικότητας «εν μέσω δραματικής πτώσης της θερμοκρασίας».
Έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στο ζήτημα των παιδιών, επισημαίνοντας ότι «πρέπει να προστατεύονται ιδιαιτέρως» και ότι στην Ουκρανία «τα δικαιώματά τους στη ζωή, την υγεία, την εκπαίδευση και την ταυτότητα παραβιάζονται καθημερινά», με «πάνω από 340 επιθέσεις σε σχολεία μόνο φέτος».
Η Ελλάδα χαιρέτισε την πρόσφατη Απόφαση της Γενικής Συνέλευσης για την «άμεση, ασφαλή και άνευ όρων επιστροφή» των παιδιών από την Ουκρανία που έχουν μεταφερθεί στη Ρωσία.
Σχετικά με την πορεία της ειρηνευτικής διαδικασίας, η κ. Μπαλτά τόνισε ότι η Ελλάδα υποστηρίζει τα αποτελέσματα των συζητήσεων στη Γενεύη και τη Φλόριντα μεταξύ ΗΠΑ και Ουκρανίας. Υπενθύμισε ότι «δεν μπορεί να υπάρξει συμφωνία για την Ουκρανία και την Ευρώπη χωρίς την Ουκρανία και την Ευρώπη».
Η Ελλάδα κάλεσε τη Ρωσία να εγκαταλείψει τις «μαξιμαλιστικές αξιώσεις» και να συμμετάσχει εποικοδομητικά. Η κ. Μπαλτά επανέλαβε ότι η Ελλάδα «θα παραμείνει πάντα στο πλευρό του διεθνούς δικαίου, του Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ και των αρχών της κυριαρχίας, ανεξαρτησίας και εδαφικής ακεραιότητας».
«Δεν μπορεί να υπάρξει αναγνώριση συνόρων που έχουν αλλάξει με τη βία. Μια τέτοια ενέργεια θα αποτελούσε κατάφωρη παραβίαση του διεθνούς δικαίου και θα δημιουργούσε ένα επικίνδυνο προηγούμενο», υπογράμμισε.
Κλείνοντας, η κ. Μπαλτά σημείωσε ότι «τα όπλα πρέπει να σιγήσουν για να ακουστεί η φωνή της ειρήνης». Για το μέλλον της Ουκρανίας, τόνισε ότι «η ίδια η Ουκρανία πρέπει να έχει τον τελικό λόγο, με αξιόπιστες εγγυήσεις ασφάλειας».
